rigidigi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

rigidigi < rigid(a) + -ig- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα rigidigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rigidigas rigidiganta rigidigata
αόριστος rigidigis rigidiginta rigidigita
μέλλοντας rigidigos rigidigonta rigidigota
υποθετική rigidigus - -
προστακτική rigidigu - -

rigidigi (eo)