scolastiquement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

scolastiquement < scolastique + -ment

Επίρρημα[επεξεργασία]

scolastiquement (fr)

  1. με σχολικό τρόπο
  2. σχολαστικά