se défausser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
se défausser (fr)
- (σε χαρτοπαίγνιο) ξεφορτώνομαι τα άχρηστα χαρτιά
- ξεφορτώνομαι μια υπευθυνότητα ή αγγαρεία δίνοντάς την σε κάποιον άλλο