sel
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικές λέξεις
Γαλλικά
(fr)
[
επεξεργασία
]
Προφορά
[
επεξεργασία
]
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
sel
(fr)
αρσενικό
(
τρόφιμο
) το
αλάτι
Συγγενικές λέξεις
[
επεξεργασία
]
salé
-
salée
saler
salière
Κατηγορίες
:
Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
Γαλλική γλώσσα
Ουσιαστικά (γαλλικά)
Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
Τρόφιμα (γαλλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Asturianu
Azərbaycanca
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Galego
गोंयची कोंकणी / Gõychi Konknni
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
La .lojban.
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Lëtzebuergesch
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Македонски
Bahasa Melayu
Nāhuatl
Nederlands
Norsk
Occitan
Polski
Português
Română
Русский
Sängö
Tacawit
Gagana Samoa
Svenska
தமிழ்
ไทย
Türkçe
Oʻzbekcha / ўзбекча
Tiếng Việt
Volapük
Walon
中文