Μετάβαση στο περιεχόμενο

similata

Από Βικιλεξικό

Εσπεράντο (eo)

[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

similata (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος simili