Μετάβαση στο περιεχόμενο

sueca

Από Βικιλεξικό

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

sueca (es)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

sueca θηλυκό

  1. (εθνικό όνομα) Σουηδέζα



Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

sueca (ca)

  • η Σουηδέζα, η γυναίκα που είναι πολίτης της Σουηδίας ή κατάγεται από αυτή τη χώρα, η Σουηδή (πιο επίσημο, π.χ. η Σουηδή υπήκοος)
Δείτε επίσης: suec