sufiĉi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sufiĉi < sufiĉ- + -i
ρήμα sufiĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας sufiĉas sufiĉanta sufiĉata
αόριστος sufiĉis sufiĉinta sufiĉita
μέλλοντας sufiĉos sufiĉonta sufiĉota
υποθετική sufiĉus - -
προστακτική sufiĉu - -

sufiĉi (eo)

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

suficxi, sufichi, sufic'i