svenska
Εμφάνιση
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]svenska (sv)
- (γλώσσα) τα σουηδικά
- Talar du svenska? - Μιλάς σουηδικά;
- (εθνικό όνομα) η Σουηδή, η Σουηδέζα
- Hon är svenska. - (Αυτή) είναι Σουηδέζα.