territoires occupés
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- territoires occupés → δείτε τις λέξεις territoire και occuper
Έκφραση[επεξεργασία]
territoires occupés (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- τα κατεχόμενα (εδάφη)