Μετάβαση στο περιεχόμενο

tremu

Από Βικιλεξικό

Εσπεράντο (eo)

[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

tremu (eo)

  • προστακτική του ρήματος tremi