varme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
varme < varm- + -e

Επίρρημα

[επεξεργασία]

varme (eo)

oni varme invitis lin, τον προσκάλεσαν θερμά