verdorben
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
verdorben (de)
- φαύλος
- χαλασμένος (π.χ. φαγητό)