vrata
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βοσνιακά (bs)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vrata (bs) ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η πόρτα
Κροατικά (hr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vrata (hr) ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η πόρτα
Σερβικά (sr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vrata (sr)
- λατινική γραφή του врата
Σλοβενικά (sl)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vrata (sl)
- η πόρτα