zélé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
zélé (fr), zélée
Il est très zélé avec son travail. Είναι πολύ αφοσιωμένος (ενθουσιώδης) με την εργασία του.
zélé (fr), zélée
Il est très zélé avec son travail. Είναι πολύ αφοσιωμένος (ενθουσιώδης) με την εργασία του.