ακαδημαϊκά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ακαδημαϊκά < ακαδημαϊκός

Επίρρημα[επεξεργασία]

ακαδημαϊκά

  1. από ακαδημαϊκή άποψη
  2. γενικά και θεωρητικά, όχι για να καταλήξουμε σε κάποιο πρακτικό συμπέρασμα ή απόφαση
    μη θυμώνεις, ακαδημαϊκά μιλάμε

Μεταφράσεις[επεξεργασία]