απαυγάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

απαυγάζω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

απαυγάζω

  • ακτινοβολώ, λάμπω,

2. έχω ως αποτέλεσμα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]