αρχαία αιγυπτιακά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αρχαία αιγυπτιακά → δείτε τις λέξεις αρχαίος και αιγυπτιακός
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
αρχαία αιγυπτιακά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) που μιλιόταν στην αρχαία Αίγυπτο κατά την περίοδο του Παλαιού Βασιλείου (4η, 4η χιλιετία). Γραφόταν με τα ιερογλυφικά
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- κοπτικά (απόγονος)