κλαυθμών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλαυθμών < αρχαία ελληνική κλαυθμών

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κλαυθμών αρσενικό

Σημειώσεις[επεξεργασία]

Χρησιμοποιείται πλέον μόνο στο κύριο όνομα Πλατεία Κλαυθμώνος.