μαϊμουδίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαϊμουδίζω < μαϊμού + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

μαϊμουδίζω


Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]