συγκρατημένα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συγκρατημένα < συγκρατημένος

Επίρρημα[επεξεργασία]

συγκρατημένα

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]