ΔΟΑ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
Δ.Ο.Α. θηλυκό ακρωνύμιο
- πολυπολιτισμικό διεπιστημονικό κέντρο το οποίο έχει στόχο την εμβάθυνση σε θέματα ολυμπισμού
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ΔΟΑ στη Βικιπαίδεια