Θάρροψ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Θάρροψ < Θάρσοψ (< θάρσος + -οψ) [1]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Θάρροψ αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Πρβ. Richard Meister, Die griechischen Dialekte: auf Grundlage von Ahrens Werk “de graecae lingua dialectis”, τόμ. Α΄ (Γκαίτινγκεν: Vandenhoeck & Ruprecht Verlag, 1882), σ. 267 και Rheinisches Museum für Philologie [ν.σ.] 51 (1904), επιμέλεια: Franz Buecheler & Hermann Usener (Φρανκφούρτη/Μάιν: J.D. Sauerländers Verlag), σ. 447.

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ευάγγελος Κυτίνος, Ονόματα Ελλήνων και ξένων από την ιστορία μας (Πρέβεζα: Τύποις Λεωνίδα Νταλαμάγκα, 2019, ISBN 978-618-83497-5-9).