ΥΠΕΝ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΥΠΕΝ <  : Υπηρεσία Προστασίας Εθνικού Νομίσματος

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Υ.Π.Ε.Ν. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο (προφέρεται ύπέν)