αέρος αέρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αέρος αέρος < αήρ • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση[επεξεργασία]

αέρος αέρος

  1. (αεροπορικός όρος, στρατιωτικός όρος, ναυτικός όρος) χαρακτηρισμός βλήματος που βάλλεται από αεροσκάφος ή ελικόπτερο κατά στόχου που βρίσκεται στον αέρα
    φέρει βλήματα αέρος αέρος
  2. τύπος συσκευής ραντάρ των αεροπορικών μέσων

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]