αφαιρώντας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Μετοχή[επεξεργασία]

αφαιρώντας άκλιτο

  • μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος αφαιρώ
    Θα βρεις τι μπορείς να αποταμιεύσεις αφαιρώντας τα έξοδα από τα έσοδα.
    Ο χειρουργός του παρέτεινε τη ζωή αφαιρώντας τους προσβεβλημένους αδένες.