α λα καρτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- α λα καρτ < (λόγιο δάνειο) γαλλική à la carte[1]
Επίρρημα[επεξεργασία]
α λα καρτ
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ αλακάρτ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας