βίπερ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βίπερ < ΒΙΠΕΡ, εμπορική ονομασία βιβλίων τσέπης που κυκλοφόρησαν τη δεκαετία του 1970 από τον εκδοτικό οργανισμό ΠΑΠΥΡΟΣ < πιθανότατα από τις λέξεις ΒΙβλίο ΠΕΡιπτέρου
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βίπερ ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο
- βιβλίο μικρού σχήματος, φθηνό, με εύκαμπτο εξώφυλλο, συνήθως με αστυνομικό ή αισθηματικό περιεχόμενο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Παράγωγα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βίπερ
|