γναθί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ποντιακά (pnt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γναθί < γναθίον (δείτε τη μεσαιωνική ελληνική γνάθιον) < αρχαία ελληνική γνάθος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γναθί ουδέτερο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Κλιτικοί τύποι[επεξεργασία]
- γναθία (πληθυντικός)
Πηγές[επεξεργασία]
- γναθί, τόμος Ε, τεύχος Β, 1989 - ⌘ Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, τῆς τε κοινῶς ὁμιλουμένης καὶ τῶν ἰδιωμάτων (ΙΛΝΕ) της Ακαδημίας Αθηνών, online έως το λήμμα «δαχτυλωτός» (αναζήτηση, βραχυγραφίες). Έντυπη έκδοση: επτά τόμοι (1933‑2022) ως το λήμμα «δόγης»