εξαθλιώνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξαθλιώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος εξαθλιώνω

Ρήμα[επεξεργασία]

εξαθλιώνομαι

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]


Μεταφράσεις[επεξεργασία]