κακοδαίμων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κακοδαίμων < αρχαία ελληνική κακοδαίμων < κακός + δαίμων
Επίθετο[επεξεργασία]
κακοδαίμων
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- κακοδαιμονία
- κακοδαιμονώ
- → δείτε τις λέξεις κακός και δαίμων
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κακοδαίμων
|