ολοζωής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
ολοζωής
- (λογοτεχνικό) για όλη τη ζωή κάποιου
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ολοζωής
|