οὐροβόρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ουροβόρος όφις από το χειρόγραφο (10ος αιώνας) του έργου «Χρυσοποιοία της Κλεοπάτρας». Στο κέντρο η επιγραφή «ἕν τὸ πᾶν».

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οὐροβόρος < οὐρ(ά) + -ο- + βορ(α) + -ος

Επίθετο[επεξεργασία]

οὐροβόρος

  • που τρώει την ουρά του
    Παρά τοίς αλχημισταίς ο ουροβόρος όφις, όπως και το φιλοσοφικόν ώόν, εξεικονίζει το ενιαίον της ύλης, την απόλυτον ... πάν (Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια, τ, 19, σελ. 260, 1926)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]