πρίαμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πρίαμαι < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

*πρίαμαι (αποθετικό ρήμα που απαντά μόνο σε ορισμένους τύπους)

  1. αγοράζω
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Ἀριστοφάνης, Ἱππῆς, στίχ. 44 (43-45)
    οὗτος τῇ προτέρᾳ νουμηνίᾳ | ἐπρίατο δοῦλον βυρσοδέψην, Παφλαγόνα | πανουργότατον καὶ διαβολώτατόν τινα.
    ετούτος την πρωτομηνιά που μας πέρασε | ψώνισε δούλο βυρσοδέψη, έναν Παφλαγόνα | αρχικατεργάρη και αρχιρουφιάνο.
    Μετάφραση (2005): Ηλίας Σπυρόπουλος, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Ἀριστοφάνης, Βάτραχοι, στίχ. 1229 (1227-1229)
    ΔΙ. ὦ δαιμόνι᾽ ἀνδρῶν, ἀποπρίω τὴν λήκυθον, | ἵνα μὴ διακναίσῃ τοὺς προλόγους ἡμῶν. ΕΥ. τὸ τί; | ἐγὼ πρίωμαι τῷδ᾽;
    ΔΙΟ. Αγόρασε τη στάμνα, ευλογημένε, | μη μας φάει τους προλόγους. ΕΥΡ. Ν᾽ αγοράσω! | Εγώ απ᾽ αυτόν;
    Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα:Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Ἀριστοφάνης, Σφῆκες, στίχ. 1440 (1438-1440)
    «εἰ ναὶ τὰν Κόραν | τὴν μαρτυρίαν ταύτην ἐάσας ἐν τάχει | ἐπίδεσμον ἐπρίω, νοῦν ἂν εἶχες πλείονα.»
    «Αν, μά την Κόρη, | τις μαρτυρίες τις άφηνες, κι αμέσως | έναν επίδεσμο έτρεχες να πάρεις, | πιότερη γνώση θα είχες.»
    Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
    → δείτε παράθεμα στο πρίασθαι
  2. εξαγοράζω
    ※  4ος↑ αιώνας Δημοσθένης, Κατὰ Φιλίππου δ′, 9
    Ἀντρῶνας ἐπρίατο καὶ μετ᾽ οὐ πολὺν χρόνον τὰ ἐν Ὠρεῷ πράγματ᾽ εἰλήφει.
    Εξαγόρασε τους Ανδρώνες και ύστερα από λίγο καιρό είχε υπό τον έλεγχό του την πολιτική κατάσταση στον Ωρεό.
    Μετάφραση (2004): Α.Ι. Γιαγκόπουλος - Μ. Αραποπούλου, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
  3. εκμισθώνω τους φόρους
  4. δωροδοκώ

Ρηματικοί τύποι[επεξεργασία]

Απαντά στους εξής τύπους:

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]