προάσπισις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προάσπισις (μαρτυρείται από το 1786) σε κείμενα του Χριστόδουλου Ακαρνάνα (1733-1793) [1] < → και δείτε τη λέξη προάσπιση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προάσπισις, -εως θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. σελ. 839, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου