προτελευταίως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προτελευταίως < μεσαιωνική ελληνική προτελευταῖ(ος) + -ως

Επίρρημα[επεξεργασία]

προτελευταίως

Πηγές[επεξεργασία]