σπιτώσουμε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

σπιτώσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος σπιτώνω
  2. θα σπιτώσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος σπιτώνω