σύνναος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Πτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ὁ, ἡ σύνναος | τὸ σύνναον | οἱ, αἱ σύνναοι | τὰ σύνναα |
Γενική | τοῦ, τῆς συννάου | τοῦ συννάου | τῶν συννάων | τῶν συννάων |
Δοτική | τῷ, τῇ συννάῳ | τῷ συννάῳ | τοῖς, ταῖς συννάοις | τοῖς συννάοις |
Αιτιατική | τὸν, τὴν σύνναον | τὸ σύνναον | τοὺς, τὰς συννάους | τὰ σύνναα |
Κλητική | σύνναε | σύνναον | σύνναοι | σύνναα |
Πτώσεις | Δυικός | |||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | συννάω | |||
Γενική-Δοτική | συννάοιν |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
σύνναος, -ος, -ον (ελληνιστική κοινή)
- o τιμώμενος στον ίδιο ναό, που έχει κοινή χρήση ναού με άλλο θεό
- (μεταφορικά, + δοτική) συνδεδεμένος με κάτι άλλο
Πηγές[επεξεργασία]
- σύνναος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .