τενούτο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
τενούτο
- (μουσική) τρόπος παιξίματος όπου κάθε φθόγγος διατηρείται με την ίδια ένταση καθ' όλη τη διάρκειά του