τριγωνομετρώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τριγωνομετρώ < τρίγωνο + -ο- + -μετρώ

τριγωνομετρώ (παθητική φωνή: τριγωνομετρούμαι)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • τριγωνομετρώ - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)