υβριδική μάθηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υβριδική μάθηση < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική hybrid learning
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]υβριδική μάθηση θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υβριδική μάθηση
|