φρέω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φρέω < φρ- (μηδενική βαθμίδα του φέρω < πρωτοελληνική *pʰérō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *bʰer- φέρω)

Ρήμα[επεξεργασία]

φρέω

Συγγενικά[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μοντανάρι (Montanari), Φράνκο (Franco) (2013). Σύγχρονο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Παπαδήμας. , λήμμα φρέω

Πηγές[επεξεργασία]