χαλδαῖος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χαλδαῖος θηλυκό
- μάγος, αστρολόγος (επειδή οι Χαλδαίοι είχαν τη φήμη ότι μάντευαν το μέλλον μελετώντας τα άστρα)