χαρεί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
χαρεί
- απαρέμφατο αορίστου του ρήματος χαίρομαι
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χαίρομαι
- θα χαρεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χαίρομαι