ψευδόμαντις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψευδόμαντις < ψευδής και μάντις

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ψευδόμαντις αρσενικό ή θηλυκό

  • κατακαίουσι δὲ τρόπῳ τῷ εἰρημένω καὶ δι᾽ ἄλλας αἰτίας τοὺς μάντιας, ψευδομάντιας καλέοντες (: καίνε με τον τρόπο που ανέφερα και για άλλους λόγους τους μάντεις τους , που τους αποκαλούν ψευτομάντεις -Ηρόδοτος, Ιστορ. 4.69)