ωοζωοτόκος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ωοζωοτόκος < ωόν + ζώον + τίκτω

Επίθετο[επεξεργασία]

ωοζωοτόκος, -ος, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]