ovovivipare
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ovovivipare | ovovivipares |
Επίθετο[επεξεργασία]
ovovivipare (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
ovovivipare | ovovivipares |
ovovivipare (fr) αρσενικό ή θηλυκό