беседка

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

беседка (ru) (besédka) θηλυκό

  1. θερινή κατοικία
  2. πέργκολα, κιόσκι