ἐκδάσωσις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἐκδάσωσις: → δείτε τη λέξη εκδάσωση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἐκδάσωσις θηλυκό