ἐς χρόνον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
ἐς χρόνον
- στο μέλλον, μετέπειτα
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 89.3
- οὐ γὰρ ὑμῖν ἐς χρόνον ταῦτα ποιεῦσι μεταμελήσει.
- κι έτσι, γι᾽ αυτές τις καλές σας υπηρεσίες δε θα μετανιώσετε αργότερα».
- Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- οὐ γὰρ ὑμῖν ἐς χρόνον ταῦτα ποιεῦσι μεταμελήσει.
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 89.3
Πηγές[επεξεργασία]
- χρόνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.