Akyaka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Akyaka < ak (λευκός) + yaka (πλευρά). Κυριολεκτικά «λευκή πλευρά».[1]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Akyaka (tr)

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.